Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ραντεβού στο σινεμά

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι…


Ο κινηματογράφος του τότε, σε αντίθεση με όσα μας σερβίρει η σύγχρονη χολιγουντιανή βιομηχανία θεάματος, ήταν παράθυρο σε έναν κόσμο που μπορεί να μην ήταν απαλλαγμένος από τη φτώχια, τη μιζέρια και την εξαθλίωση, αλλά τουλάχιστον στο τέλος, οι πρωταγωνιστές αγκάλιαζαν στοργικά ο ένας τον άλλον κι ατένιζαν με αισιοδοξία τη σκληρή προοπτική του μέλλοντος. Και όλο αυτό δεν ήταν τίποτα παραπάνω ή τίποτα λιγότερο απ’ ό,τι  χρειαζόταν ο Έλληνας του ’60, ο οποίος πολύ πριν την έλευση της τηλεόρασης και του διαδικτύου έμαθε να αγαπά το σινεμά και να ονειρεύεται μια ζωή σαν αυτή των ασπρόμαυρων ηρώων.


Η Λητή της δεκαετίας του ’60 δε θα μπορούσε, ως πολυπληθές επαρχιακό χωριό που σέβεται τον εαυτό του, να μη διαθέτει το δικό της κινηματογράφο. Και μάλιστα, όχι μόνο έναν αλλά δύο ! Οι Ληταίοι ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με τη ‘μεγάλη οθόνη’ στον κινηματογράφο « Αστέρια» του Ιωακείμ Χατζηαντωνίου (Τσέλιγκας), στο Χατζίκου Ρυάκι. Σύντομα, έκανε την εμφάνισή του και ο δεύτερος κινηματογράφος, το σινέ «Όλγα» του Γεώργιου Μήλη, στην οδό Σχολείου, στο σύγχρονο σιδεράδικο.

Φυσικά, η πλειοψηφία των ταινιών που προβάλλονταν ήταν ασπρόμαυρα φιλμάκια των 16 mm του ελληνικού κινηματογράφου, όπως το «Λατέρνα, φτώχια και φιλότιμο» με τους Αυλωνίτη, Φωτόπουλο, Καρέζη, Αλεξανδράκη (1955), η «Στέλλα» με τη Μελίνα Μερκούρη (1955) ή το «Ζητείται ψεύτης» με τον Ντίνο Ηλιόπουλο (1961). Μάλιστα, η πρώτη ταινία που προβλήθηκε από τα «Αστέρια» ήταν ο «Ζηλιαρόγατος» με το Βασίλη Λογοθετίδη (1956). Αργότερα, και μετά από απαιτήσεις των αρρένων σινεφίλ, άρχισαν να παίζονται και ξένες ταινίες, κυρίως Western ή πολεμικές, με αγαπημένες αυτές των John Wayne και Bruce Lee αντίστοιχα. Οι ταινίες αυτές, μάλιστα, στις οποίες δε συμμετείχαν γυναίκες ηθοποιοί, διαφημίζονταν ως φιλμ ‘αγωνίας, δράσης, περιπέτειας’, προκειμένου να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του αρσενικού κυρίως πληθυσμού. Έτσι λοιπόν, κάθε Σαββατοκύριακο παίζονταν δυο ταινίες στη σειρά, μια από τη συλλογή του ελληνικού κινηματογράφου και μια ξένη για πιο ‘αιμοβόρα’ γούστα. Να σημειωθεί πως στα χρόνια που ακολούθησαν, οι κινηματογράφοι μας προέβαλαν και ταινίες αισθησιακού περιεχομένου (!) είτε ως δεκαπεντάλεπτες παρεμβολές ανάμεσα στις κύριες ταινίες είτε ως αυτοτελείς προβολές τις Πέμπτες. 

Όπως είναι αναμενόμενο, το σινεμά καθήλωνε κυρίως παιδιά και νέους, γεγονός που δεν έβρισκε σύμφωνους τους δασκάλους τους. Λέγεται, μάλιστα, πως μετά την πρωινή προσευχή της Δευτέρας, ο διευθυντής του σχολείου χώριζε τους μαθητές σε τρεις ομάδες : αυτούς που πήγαν εκκλησία, αυτούς που πήγαν σινεμά και εκκλησία και σε αυτούς που πήγαν σινεμά, αλλά δεν εκκλησιάστηκαν, και τους επέβαλλε την ανάλογη τιμωρία. Από τη μαγική επιρροή της ‘μεγάλης οθόνης’ δε θα μπορούσαν να ξεφύγουν ούτε οι νεαρές δεσποινίδες, στις οποίες επιτρεπόταν να παρακολουθήσουν τις προβολές, αρκεί να επέστρεφαν σπίτι πριν τις εννιά. (η ταινία τελείωνε εννιά παρά τέταρτο)

Οι σινεφίλ ενημερώνονταν για τις προσεχώς προβολές τόσο από αφίσες στην πλατεία του χωριού όσο και από το αυτοκίνητο με το χαρακτηριστικό μεγάφωνο που διαφήμιζε τις ταινίες του Σαββατοκύριακου σε όλες τις γειτονιές της Λητής.

Δεδομένων των περιορισμένων δυνατοτήτων των τεχνολογικών μέσων, δεν ήταν σπάνια τα προβλήματα κατά τη διάρκεια των προβολών. Άλλες φορές έπαιζε η ταινία χωρίς να ακούγονται οι διάλογοι, με αποτέλεσμα το αγανακτισμένο κοινό να φωνάζει το χαρακτηριστικό ‘Τσέλιγκα, φωνή!’, ενώ όταν έλλειπαν οι υπότιτλοι ακουγόταν το επίσης χαρακτηριστικό ‘Γράμματα, χασάπη ! ‘, επειδή διακοπτόταν η ροή της ταινίας.

Τα θεάματα, όμως, δεν περιορίζονταν μόνο στους δύο κινηματογράφους που μόλις περιέγραψα. Συχνά, έκαναν την εμφάνισή τους στη Λητή είτε πλανόδιοι κινηματογράφοι, που έστηναν το λευκό πανί και μηχανήματά τους στο χοροστάσιο της πλατείας του χωριού, είτε μπουλούκια-θεατρικοί θίασοι, οι οποίοι παρουσίαζαν παραστάσεις-σταθμούς στην ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου, όπως η «Γκόλφω», ο «Αγαπητικός της βοσκοπούλας» ή η «Γενοβέφα».

Ωστόσο, οι δυο επαρχιακοί κινηματογράφοι μας έμελλε να έχουν ημερομηνία λήξης. Η εδραίωση της τηλεόρασης στα ελληνικά σπίτια και η βελτίωση των μέσων μεταφοράς που διευκόλυνε τη μετακίνηση στη Θεσσαλονίκη έθεσαν νέους προσανατολισμούς στην ψυχαγωγία και ‘έβαλαν λουκέτο’ στα τοπικά σινεμαδάκια, τα οποία ήταν, είναι και θα είναι ορόσημο μιας άλλης εποχής.             
Θεοδώρα Πέννα

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ένα παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο φαγητό της Λητής

Πριν έρθει η γαλοπούλα (η οποία δεν είναι ελληνική παράδοση αλλά αμερικάνικη) στο ελληνικό τραπέζι, στη Λητή αυτές τις μέρες (Χριστούγεννα-Πρωτοχρονιά) το  Ληταίικο γιορτινό τραπέζι είχε συνήθως πράσα με χοιρινό. Σας παραθέτουμε τη συνταγή. Καλές γιορτές και καλή χρονιά. Πράσα με χοιρινό κρέας Βράζουμε το χοιρινό κρέας (1 κιλό) κατά προτίμηση με κόκκαλο με λίγο νερό ώσπου να μαλακώσει. Κόβουμε τα πράσα (2 κιλά) σε μέτρια κομμάτια, τα ζεματάμε και τα στραγγίζουμε. Τσιγαρίζουμε ένα κρεμμύδι με ένα φλιτζάνι τσαγιού ελαιόλαδο, ρίχνουμε τα πράσα σε πλατιά κατσαρόλα με αλάτι, πιπέρι (και κόκκινο πιπέρι μπορεί να μπει) και αν θέλουμε μια κουταλιά πελτέ ντομάτας.  Ανακατεύουμε κατά διαστήματα σε μέτρια φωτιά. Προσθέτουμε και λίγο ζωμό κρέας, το κρέας και συνεχίζουμε το βράσιμο έως ότου μείνει με το λάδι του. Στο τέλος σβήνουμε με λεμόνι και προσθέτουμε κύμινο. Μπορούμε αντί για κατσαρόλα να χρησιμοποιήσουμε γάστρα με όλα τα υλικά σε μέτριο φούρνο ώσπου να "πιει" το νε

Με ξεκάθαρο μήνυμα οι συμμετέχοντες από τη Λητή στο 2ο Τρίαθλο Ωραιοκάστρου

Με επιτυχία ολοκληρώθηκαν οι αγώνες τριάθλου, διάθλου, ορεινού τρεξίματος και ορεινής ποδηλασίας που διοργανώθηκαν χθες Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου στο Ωραιόκαστρο. Η εκκίνηση έγινε στο δημοτικό κολυμβητήριο του Ωραιοκάστρου.  Όπως και την προηγούμενη φορά υπήρξαν συμμετοχές από τη Λητή, μόνο που αυτή τη φορά οι συμμετέχοντες έδωσαν ένα ξεκάθαρο μήνυμα. Ανέβηκαν στο βάθρο με μπλουζάκια που έγραφαν:

Το έθιμο "Σούρβο"

Φωτογραφία από το Σούρβο του 2012 Ανήμερα Πρωτοχρονιάς από νωρίς το πρωί μαζεύονται ανά γειτονιές οι γονείς και ανάβουν φωτιές. Τσιπουράκι και κάνας μεζές για το καλό της χρονιάς. Τα παιδιά ξεκινάνε και πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι λέγοντας τα  κάλαντα. Το σπίτι δίνει κέρασμα που αποτελείται από ξηρούς καρπούς, μανταρίνια και σοκολατάκια στη σακούλα του κάθε παιδιού. Στα μεγαλύτερα παιδιά της ομάδας δίνονται χρήματα. Στο τέλος τα χρήματα μοιράζονται σε ίσα ποσά σε όλα τα παιδιά του "μαχαλά" που συμμετέχουν στο σούρβο. Τα "σύνορα" της κάθε γειτονιάς είναι θέμα γνώσης που μεταφέρεται από γενιά σε γενιά.